×
Μοδίστρα from el.wiktionary.org
Ουσιαστικό επεξεργασία. μοδίστρα θηλυκό (αρσενικό μόδιστρος). (ενδυμασία, επάγγελμα) η επαγγελματίας που κατασκευάζει γυναικεία ενδύματα.
Need to translate "μοδίστρα" (modístra) from Greek? Here are 5 possible meanings ... μοδίστρα · seamstress noun. ράφτρα, ράπτρια · modiste noun. καλλιτέχνις ...
Κύριες μεταφράσεις. Αγγλικά, Ελληνικά. seamstress n, (woman who sews), ράφτρα, μοδίστρα ουσ θηλ. She designs her clothes then has a seamstress make them up.
Μοδίστρα from m.facebook.com
«Μοδίστρα» - εργαστήριο ραπτικής, Athens, Greece. 1079 likes · 5 talking about this · 51 were here. Επιδιορθώσεις και μεταποιήσεις ενδυμάτων παντός τύπου.
Declension edit ; nominative, μοδίστρα · μοδίστρες ; genitive, μοδίστρας · μοδιστρών ; accusative, μοδίστρα · μοδίστρες ; vocative, μοδίστρα · μοδίστρες ...
Rating (1)
... μοδίστρα και επιδιορθώσεις ενδυμάτων σε Θεσσαλονίκη (Κέντρο - Δήμος), για να επιδιορθώσεις τα ρούχα σου εύκολα και γρήγορα. Δες, γιατί να διαλέξεις μια από ...
«Μοδιστρα» - εργαστήριο ραπτικής. . Μεταποίηση & επιδιόρθωση ενδυμάτων παντός τύπου. . . . #μοδίστρα #ραφείο #ραπτική #ραψιμο #modistra #modista #dressmaker # ...
Rating (1)
... μοδίστρα και επιδιορθώσεις ενδυμάτων σε Πάτρα, για να επιδιορθώσεις τα ρούχα σου εύκολα και γρήγορα. Δες, γιατί να διαλέξεις μια από τις παρακάτω μοδίστρες ...
Μοδίστρα from m.facebook.com
Rating (3)
Auτή είναι η διάσnμη σοκολάτα που αποσúρεται λόγω τοξıκής και επıκίνδuνης οuσiας για την υγεία ▽ · 󰤥 · 󰤦 · 󰤧 · Μάρω Χρίστου - Μοδίστρα. Apr 3󰞋󱟠.